Ο όρος 'Δυσλεξία' χρησιμοποιείται ευρέως για να υποδηλώσει δυσκολίες σχετικές με την γραφή και την ανάγνωση που εμφανίζουν παιδιά με φυσιολογική νοημοσύνη. Η συχνότητα εμφάνισης της δυσλεξίας στα παιδιά σχολικής ηλικίας κυμαίνεται κατά μέσο όρο στο 5% και είναι περισσότερο κοινή στα αγόρια απ'ότι στα κορίτσια.
Οι ειδικές μαθησιακές δυσκολίες επηρεάζουν την φωνολογική επίγνωση, την αναγνωσιακή ικανότητα, την κατανόηση κειμένου, την εμπέδωση των γραμματικών κανόνων, την ορθογραφία, τη γραπτή και προφορική έκφραση, τη γραφή και τα μαθηματικά, αλλά και παραμέτρους, όπως η ανάπτυξη των γνωστικών ικανοτήτων του παιδιού (μνήμη, λογική σκέψη και επίλυση, αντιληπτική ταχύτητα, συγκέντρωση και προσοχή).
Η πλήρης διάγνωση της δυσλεξίας απαιτεί πολυεπιστημονική και πολυεπίπεδη διερεύνηση,με χρήση των κατάλληλων διαγνωστικών εργαλείων, συμπεριλαμβανομένης της χορήγησης της δοκιμασίας WISC-III από πιστοποιημένη ψυχολόγο. Το ειδικό πρόγραμμα αντιμετώπισης ξεκινά αφότου προσδιοριστούν οι δυνατότητες και οι μαθησιακές ανάγκες του παιδιού.
Στην εξατομικευμένη παρέμβαση αξιοποιούμε δεδομένα και πηγές από έγκυρα ειδικά εκπαιδευτικά προγράμματα που έχουν αναπτυχθεί στη χώρα μας, αλλά και διεθνώς και χρησιμοποιούμε σύγχρονες εφαρμογές software που ενθαρρύνουν το παιδί να κατακτήσει δεξιότητες και γνώσεις μέσα από το παιχνίδι. Παράλληλα δίνεται έμφαση στην καλλιέργεια δεξιοτήτων οργανωμένης μελέτης.
|
|